- απομεσήμερο
- τοτο απόγευμα, το δειλινό: Έγινε απομεσήμερο και τίποτε δεν κάναμε.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
απομεσήμερο — το Ι. το μετά το μεσημέρι τμήμα της ημέρας, νωρίς το απόγευμα II. επίρρ. απομεσήμερα μετά το μεσημέρι, το απόγευμα … Dictionary of Greek
αγορά — I Η λέξη προέρχεται από το ρήμα αγείρω (συναθροίζω) και αρχικά σήμαινε τη συνάθροιση, αργότερα τον τόπο όπου συναθροίζονταν οι πολίτες του αρχαίου ελληνικού άστεως για να πληροφορηθούν ή να συζητήσουν τα δημόσια πράγματα και τις ιδιωτικές τους… … Dictionary of Greek
απο- — [ΕΤΥΜΟΛ. Το απο ως προρρηματικό ή προθεματικό στοιχείο προέρχεται από την πρόθεση από. Χρησιμεύει ως α΄ συνθετ. πολλών λέξεων της αρχαίας, μσν. και νέας Ελληνικής και σημαίνει: α) χωρισμό, απομάκρυνση αποβάλλω, απόδημος, απόμαχος αρχ. άπειμι,… … Dictionary of Greek
απόγευμα — κ. γεμα κ. γιομα, το (AM ἀπόγευμα) [γεύμα] το χρονικό διάστημα από το μεσημεριανό φαγητό (γεύμα) ως το βράδυ, απομεσήμερο … Dictionary of Greek
Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… … Dictionary of Greek
απόγευμα — το, ατος και απόγεμα, το και απόγιομα, το το μέρος της ημέρας από το μεσημέρι ως τη δύση του ήλιου, δειλινό, απομεσήμερο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
παιδολό(γ)ι — το γιού, πλήθος παιδιών, αλλ. παιδομάνι και παιδοθέμι, το: Τούτο το παιδολό(γ)ι της γειτονιάς μαζεύεται τ απομεσήμερο στην πλατεία και χαλάει τον κόσμο με τις φωνές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)